suspiro - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

suspiro - translation to ρωσικά

DOCE
Suspiro (doce)

suspiro         
небольшое отверстие (различного назначения), вентиляционное или заливочное отверстие, порт., горн. вентиляционный ствол
suspiro         
вздох, жалоба, сетование, (кулин.) безе, (бот.) бессмертник
suspiro         
{m}
- небольшое отверстие (различного назначения); вентиляционное или заливочное отверстие;
- (порт., горн.) вентиляционный ствол

Ορισμός

Suspiro
m.
Respiração, mais ou menos prolongada, e produzida por desgôsto ou incômmodo phísico.
Gemido.
Ânsia.
Fig.
Som triste e suave.
Murmúrio.
Pequeno orifício, para se extrahir um líquido em pequena quantidade.
Espécie de bolo tenro.
Nome de uma planta, também conhecida por "perpétua" e "saudade".
Prov. minh.
Abertura ou poço, por onde se dá luz e ar a uma mina ou túnel.
Respiradoiro.
(Do lat. "suspirium")

Βικιπαίδεια

Suspiro

Suspiro ou merengue é um doce feito de claras de ovos e açúcar. Na forma pastosa, logo após batido, é usado geralmente como cobertura de bolos e tortas. Também pode ser assado no forno, dividido em unidades, adquirindo consistência sólida.

A sobremesa surgiu na Europa, mais provavelmente no norte da Itália, Polónia, Suíça ou França.